Το αμπέλι είναι μία από τις αρχαιότερες καλλιέργειες. Η καταγωγή της αμπέλου χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ευρήματα δείχνουν ότι αμπέλια υπήρχαν στις πολικές περιοχές. Η καλλιέργεια σιγά σιγά άρχισε να κατεβαίνει νοτιότερα σε περιοχές με πιο εύκρατο κλίμα, στην περιοχή του Καυκάσου, αλλά και νοτιότερα στη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο. Στην Ελλάδα πρέπει να εμφανίστηκε την 4η χιλιετία π Χ . Πιστεύεται ότι οι Έλληνες έμαθαν και γνώρισαν το κρασί από τους ανατολικούς λαούς(Φοίνικες και Αιγυπτίους)με τους οποίους είχαν εμπορικές σχέσεις και οι Κυκλαδίτες και οι Μινωίτες αλλά και οι Μυκηναΐοι αργότερα .Σημασία έχει ότι η αμπελοκαλλιέργεια έγινε γνωστή πολύ γρήγορα σε όλη την Ελλάδα . Αυτό αποδεικνύεται από πλήθος νομισμάτων που απεικονίζουν σταφύλια στη μια όψη και το Διόνυσο στην άλλη .
Ο Διόνυσος, γιος του Δία και της Σεμέλης -θεός της βλάστησης και του κρασιού- παντρεύτηκε την Αριάδνη, κόρη του Μίνωα, βασιλιά της Κρήτης, την οποία αγάπησε όταν την είδε στη Νάξο σύμφωνα με τον Ησίοδο. Απ’ αυτό το γάμο γεννήθηκαν δύο παιδιά:ο Στάφυλλος και ο Οινοποίωνας οι οποίοι σύμφωνα με την μυθολογία διέδω- σαν την αμπελοκαλλιέργεια και την οινοπαραγωγή στον Ελλαδικό χώρο. Η καλλιέρ- γεια στην Κρήτη αποδεικνύεται και από το αρχαιότερο πατητήρι της Ευρώπης που έχει βρεθεί στις Αρχάνες Ηρακλείου. Άλλοι μύθοι αναφέρουν ότι ο θεός Διόνυσος χαρίζει το φυτό στον Οινέα, βασιλιά της Αιτωλίας κι ένα νεότερο κείμενο βασιζόμενο στη μυθολογία προσπαθεί να εξηγήσει τις ενέργειες και τη συμπεριφορά των ανθρώπων που πίνουν κρασί:
Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΚΑΙ Η ΑΜΠΕΛΟΣ
Όταν ο Διόνυσος ήταν ακόμη μικρός , εταξίδευε για να πάη στην Αξιά. Επειδή ήταν πολύς ο δρόμος , απόστασε κι εκάθισε σ` ένα κοτρώνι για να ξεκουραστή. Εκεί που κοίταζε πέρα δώθε , βλέπει μπρος στα πόδια του να φυτρώνη ένα βοτάνι , που του εφάνη τόσο πολύ όμορφο , ώστε αποφάσισε να το πάρη μαζί του και να το μεταφυτέψη. Το ξερρίζωσε το λοιπόν και το κουβαλούσε μαζί του προτού να φτάση στην Αξιά.
Εκεί βρήκε ένα κόκαλο πουλιού , το `βαλε το βοτάνι μέσα και τράβηξε το δρόμο του . Αλλά στα ευλογημένα χέρια του το βοτάνι τόσο γρήγορα μεγάλωσε , που έβγαινε κι από πάνω κι από κάτω από το κόκαλο. Εφοβήθη πάλι μην ξεραθή και συλλογιζότανε τι να κάμη.
Τότε βρήκε ένα κόκαλο λιονταριού , που ήταν χοντρότερο από του πουλιού το κόκαλο , και σ` αυτό έχωσε το κόκαλο του πουλιού με το βοτάνι. Σε λίγο πάλι μεγάλωσε και έβγαινε όξω κι από του λιονταριού το κόκαλο. Βρήκε μια γαιδουροκοκάλα, που ήταν μεγαλύτερη απ` αυτό κι έχωσε μέσα του πουλιού και του λιονταριού το κόκαλο , κι έτσι έφτασε στην Αξιά.
Όταν θέλησε να φυτέψη το βοτάνι , επαρατήρησε πως οι ρίζες του ήσαν κολλημένες στα κόκαλα και δεν μπορούσε να το βγάλη χωρίς να χαλάση τις ρίζες . Το φύτεψε λοιπόν όπως ήταν .Σε λίγο φύτρωσε το βοτάνι κι επρόκοψε κι έγινε αμπέλι κι έβγαλε σταφύλια. Απ` αυτά έφτειασε το πρώτο κρασί κι έδωκε στους ανθρώπους να πιουν. Και ω του θαύματος !Όταν οι άνθρωποι έπιναν , στην αρχή κελαιδούσαν σαν τα πουλιά, όταν έπιναν περισσότερο γινόταν δυνατοί σαν λιοντάρια , κι όταν ακόμη περισσότερο έπιναν, γινόταν σαν τα γαϊδούρια.
Ο Αίσωπος στους πασίγνωστους μύθους του αναφέρει την άμπελο :
Αγουρίδες είναι !
Μια αλεπού πεινασμένη τριγυρνούσε ψάχνοντας κάτι να φάει .Όπως περιπλανιόταν , βρέθηκε κάτω από μια κληματαριά .Η κληματαριά ήταν γεμάτη σταφύλια που κρέμονταν βαριά βαριά και γυάλιζαν στον ήλιο .Η αλεπού , λιγωμένη ,
πήδησε για να αρπάξει ένα τσαμπί, αλλά άδικα. Τα σταφύλια ήτανε ψηλά. Τότε , πήρε πιο πολλή φόρα και ξαναπήδησε. Όμως ,και πάλι δεν κατάφερε να φτάσει ούτε δυο ρόγες, όσο κι αν τέντωσε το μουσούδι της .Και ξαναδοκίμασε ,αλλά τα λαχταριστά σταφύλια ήταν πάντα πολύ ψηλά για κείνην. Όταν κατάλαβε ότι ποτέ δε θα τα έφτανε, καμώθηκε πως δεν τα θέλει και είπε.
-Μπα ! Αγουρίδες είναι !… Κι έφυγε.
<Ο θησαυρός στο αμπέλι
Ένας γεωργός , όταν συναισθάνθηκε το τέλος της ζωής του, θέλησε να δώσει στα παιδιά του ένα μάθημα για την αξία της δουλειάς. Τα κάλεσε λοιπόν κοντά του και τους είπε.
-Παιδιά μου , εγώ φεύγω από τη ζωή .
Όμως , εσείς ψάξτε και θα βρείτε τι θησαυρός είναι κρυμμένος στο αμπέλι.
Τα παιδιά νόμισαν ότι στο αμπέλι θα `ταν θαμμένα πετράδια και φλουριά και, όταν πέθανε ο πατέρας τους , ρίχτηκαν στο σκάψιμο. Δεν άφησαν γωνιά όπου να μη φέρουν τα πάνω κάτω …
Τελικά , από θησαυρό δε βρήκαν τίποτα, το αμπέλι όμως , μετά από τέτοιο γερό σκάψιμο , φούντωσε και κάρπισε όπως ποτέ άλλοτε!
Και ξεχείλισαν τα κοφίνια από σταφύλια και τα πιθάρια από το καλό κρασί.
ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ
Στην αρχαιότητα πολλές περιοχές ήταν γνωστές για τα αμπέλια και το κρασί τους. Ο Όμηρος στην Οδύσσεια ραψωδία ω 335 –339 μιλάει για τα κλήματα που υπήρχαν στο αμπέλι του Λαέρτη .Μου `δωσες δώδεκα αχλαδιές , συκιές μαζί σαράντα ,δέκα μηλιές και μου `λεγες κλήματα να μου δώσειςόργους πενήντα με λογής σταφύλια φορτωμένους ,όταν ερχότανε ο καιρός που θα καρποφορούσαν .
Θεωρεί ότι οι Θράκες ήταν ικανοί οινοπαραγωγοί . Στην Οδύσσεια ραψωδία ι 196-215 ο ιερέας Μάρωνας χαρίζει το δυνατό κρασί του στον Οδυσσέα με το οποίο
εκείνος μέθυσε και στη συνέχεια τύφλωσε τον Κύκλωπα Πολύφημο.
.
Στην περιοχή της Μαρώνειας υπάρχει
αρχαίο πατητήρι λαξευμένο στα βράχια
Πήραμε μαζί και ένα ασκί γιδίσιο
μαύρο γλυκόπιοτο κρασί , που μου `χε δώσει δώροο Μάρωνας του Ευάνθη ο γιος , ο λειτουργός του Φοίβου,
που `χε προστάτη η Ίσμαρος , γιατί από σεβασμό μας
σώσαμε αυτόν και το πιστό ταίρι του και το γιο του ,που κατοικούσαν σε πυκνό δάσος του Φοίβου Απόλλου .
Αξίας δώρα μου `δωσε για τούτο , εφτά κομμάτια
καλοφτιασμένο μάλαμα ,κι ένα αργυρό κροντήρι ,
και στάμνες δώδεκα κρασί μου γέμισε ως τα χείλια ,
γλυκό κι ανέρωτο, πιοτό θεϊκό , που μες στο σπίτι
σκλάβα καμιά δεν το `ξερε μήτε άλλη παρακόρη
εξόν αυτός ,το ταίρι του και μια επιστάτρα μόνη.
Κι όταν το μελιστάλαχτο κρασί ήθελαν να πιούνε ,
σε είκοσι μέτρα ρίχνανε νερού κι ένα ποτήρι,
και τότε μια γλυκιά ευωδιά κι ουράνια απ` το κροντήρι
χυνότανε , που να μην πιεις δε βάσταε η καρδιά σου.
Ασκί μεγάλο, απ` το κρασί αυτό , γεμάτο πήρα
και στο δισάκι μου θροφές . Γιατί είχε κόψει ο νους μου
ευτύς , πως σε άντρα πήγαινα με δύναμη μεγάλη,
άγριο , που στα στήθια του δεν είχε πίστη ή νόμο.
Στο ίδιο θέμα ,δηλαδή ,στην τύφλωση του Πολύφημου από τον Οδυσσέα αναφέρεται και ο Ευριπίδης στο σατυρικό δράμα Κύκλωψ στιχ.616-624.
Μ` ας αρχίσει ο Μάρωνας ,τη δουλειά ας αρχίσει,
και του Κύκλωπα το μάτι του ξεφρενιασμένου
να του χύσει
σε κακό του το πιοτό να του γυρίσει
κι έτσι και τον φιλοκισσοφόρο
τον αγαπημένο Βάκχο να τον ξαναδώ
και του κύκλωπα ν` αφήσω
την ερήμια…Τάχα θα τα` αξιωθώ ;
Επίσης στον Όμηρο, στην Οδύσσεια γίνεται αναφορά στον Πράμνειο οίνο , στη ραψωδία κ 236-243 όπου η Κίρκη αναμειγνύοντας τυρί , μέλι , αλεύρι και κρασί από την Πράμνο φτιάχνει με τα βότανά της ένα κοκτέιλ –το γνωστό κυκεώνα- με το οποίο μεταμορφώνει τους συντρόφους του Οδυσσέα σε χοίρους .
Σαν μπήκαν μέσα ,σε θρονιά τους έβαλε να κάτσουν ,
κι έπειτα ανάμειξε τυρί , μέλι ξανθό κι αλεύρι
κι ένα κρασί πραμνιώτικο . Κι έριξε στο φαΐ τους
κάποια βότανα μαγικά , την ποθητή πατρίδα
να λησμονήσουν .Κι άξαφνα , σαν ήπιανε οι συντρόφοι ,
μ` ένα ραβδί τους χτύπησε και μες στη χοιρομάντρα
τους έκλεισε .Κι είχαν φωνή και τρίχες και κεφάλι
και σώμα χοίρων ,μα γερός σαν πρώτα ο νους τους ήταν .
Ο Θέογνις στο απόσπασμα 783-788 κάνει αναφορά στα αμπέλια της Εύβοιας τα οποία θεωρεί ότι είναι τα καλύτερα της αρχαιότητας .
Ήλθον μεν γαρ έγωγε και εις Σικελήν ποτε γαίαν ,
ήλθον δ` Ευβοίης αμμπελόεν πεδίον .
Ο Αθήναιος στο απόσπασμα Ι32F αναφέρει τον Αριούσιο οίνο και τα τρία είδη του : ένα ξηρό , ένα γλυκό κι ένα ενδιάμεσο.
Διαφοραί δε αυτού εισί τρεις ο μεν γαρ αυστηρός έστιν , ο δε γλυκάζων ,
ο δε μέσος τούτων τη γεύσει
Ο Πλούταρχος στο έργο του Ηθικά Γ αναφέρει το Μεθυμναίο οίνο σαν το πιο ακριβό κρασί της αρχαιότητας . Ήταν ερυθρό , μεστό και πεπαλαιωμένο είχε ευγενή αρώματα και ανοιχτό ρουμπινί χρώμα .
Ο Όμηρος στην Ιλιάδα παρουσιάζει τον Ατρείδη να λέει στον Ιδομενέα , τον αρχηγό των Κρητών , πόσο καλός πότης είναι:
ραψ. Δ 257-263.Των ιππομάχων Δαναών τιμώ σε , Ιδομενέα ,
εξόχως και στον πόλεμον και σ` ό,τι άλλο ακόμη
και στο τραπέζι που εκλεκτό κρασί και πυρωμένο
εις τον κρατήρα συγκερνούν οι πρώτοι πολεμάρχοι
οι ανδρειωμένοι Αχαιοί το πίνουν μετρημένο
καθένας ,αλλά πάντοτε συ έχεις το ποτήρι
γεμάτο εμπρός ως το `χω εγώ , να πίνεις όταν θέλεις.
Ο Όμηρος στην Ιλιάδα αναφερόμενος στην ασπίδα του Αχιλλέα περιγράφει μια σκηνή τρύγου η οποία απεικονίζεται πάνω σ` αυτήν Σ 560-573.
Έβαλε αμπέλι όμορφο , χρυσό,
με κλήματα που ελύγιζαν από το βάρος του καρπού
ήτανε μαύρα τα σταφύλια και τα κλήματα πέρα ως την άκρη
έγερναν πάνω σε ασημένιες βέργες .
Από τη μια κι από την άλλη έβαλε αυλάκι εβένινο
και γύρω το έκλεισε με φράχτη από κασσίτερο.
Εκεί οδηγούσε μονάχα ένα μονοπάτι ,
απ` όπου περνούσαν εκείνοι που μετέφεραν τον καρπό,
όταν τρυγούσαν το αμπέλι .
Παρθενικά κορίτσια και νέοι ανύμφευτοι και ανέμελοι
σήκωναν σε πλεχτά καλάθια τον καρπό γλυκό σαν μέλι .
Εκεί στη μέση κάποιο αγόρι έπαιζε με τη λιγυρή φόρμιγγα
μελωδίες που ξυπνούν τον πόθο και με την ηδυπάθεια της φωνής του
τραγουδούσε θεσπέσια το τραγούδι του Λίνου.
Εκείνοι ακολουθούσαν χτυπώντας όλοι με τα πόδια τους το χώμα
και λικνίζονταν τραγουδώντας και αλαλάζοντας.ΣΥΜΠΟΣΙΑ-ΚΡΑΣΙ
Η λέξη κρασί προέρχεται από τη λέξη κράσις= ανάμειξη. Η λέξη κράσις προέρχεται από το ρήμα κεράννυμι= αναμειγνύω και η λέξη κρατήρ σημαίνει το σκεύος στο οποίο γινόταν η ανάμειξη του κρασιού με το νερό.
Στην αρχή οι Έλληνες έπιναν το κρασί ανέρωτο με αποτέλεσμα να μεθούν εύκολα. Η μείξη του κρασιού με νερό έγινε τυχαία. Ο γιατρός Φιλωνίδης αναφέρει ότι μια παρέα γλεντούσε κι έπινε πολύ κρασί, όταν ξαφνικά ξέσπασε μεγάλη καταιγίδα. Άφησαν τα τρόφιμα και τις στάμνες μισογεμάτες με κρασί και έτρεξαν να προστατευθούν. Όταν σταμάτησε η καταιγίδα επέστρεψαν στον τόπο που διασκέδαζαν. Οι στάμνες ήταν γεμάτες από βρόχινο νερό. Δοκίμασαν το νερωμένο κρασί και τους άρεσε γιατί ήταν ευχάριστο στη γεύση.(Αθήν.15675)
Ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές,675α-β λέει ότι οι άνθρωποι όταν έπιναν στα συμπόσια «άκρατον οίνον» ευχαριστούσαν το Διόνυσο, εφευρέτη του «άκρατου οίνου » ενώ όταν έπιναν « κεκραμένον οίνον » ευχαριστούσαν το Δία γιατί με τη βροχή νέρωσε το κρασί, το έκανε πιο ευχάριστο, χωρίς τις παρενέργειες του «άκρατου οίνου» Επίσης στο έργο του Δειπνοσοφισταί περιγράφει ένα συμπόσιο στο οποίο συμμετέχουν 24 συμποσιασταί-όλα εξέχοντα πρόσωπα και συζητούν για φαγη- τά και ποτά . Αντλώντας πληροφορίες από τον Όμηρο μας μιλάει για τα γεύματα και τη σημασία τους. Έτσι το πρώτο γεύμα είναι το ακράτισμα ή πρόγευμα , το οποίο ο-
νομάζει άριστον. Εννοεί το πρωινό φαγητό , το οποίο εμείς ονομάζουμε ακράτισμα , διότι λαμβάνουμε ψωμί βρεγμένο μέσα σε άκρατο ( αγνό ) κρασί .
Στο απόσπασμα του Αθήναιου Δειπνοσοφισταί Β. 36 ο Εύβουλος (κωμικός ποιητής του 4ου π Χ αιώνα) παριστάνει το Διόνυσο να λέει ότι το κρασί είναι απαραίτητο στον άνθρωπο αλλά με μέτρο , γιατί αν πιεί περισσότερο αρχίζει να παραφέρεται :
Κρατήρες για τους φρόνιμους τρεις έχω για τη χρήση
κι ανακατεύω το κρασί
Τον ένανε για την υγειά, που πρώτο πίνουν όλοι,
το δεύτερο για έρωτα και τη χαρά .
τον τρίτο για τον ύπνο,
κι οι καλεσμένοι, μόλις πιουν
στο σπίτι τους γυρίζουνε σαν άνθρωποι σοφοί .
Αν λες και για τον τέταρτο δεν είναι ιδικός μας ,
αυτός ανήκει στις βρισιές , όπως ο πέμπτος στις φωνές
κι ο έκτος εις το τρίκλισμα και το άτακτο τραγούδι.
Ο έβδομος τα μούτρα σπάει . ο όγδοος για δίκη
στο δικαστήριο καλεί , ο ένατος εξάπτει
και στο θυμό ξεσπάει, ο δέκατος στην τρέλα,
αυτή που γίνεται αφορμή και να σε ρίξει κάτω .
γιατί , άμα χυθεί πολύς σ` ένα μικρό αγγείο,
βάνει εύκολα τρικλοποδιά σ` εκείνους που τον ήπιαν.
Ο Πλάτωνας επίσης στο έργο του Συμπόσιον ,176 c αναφέρει:
Χαλεπόν τοις ανθρώποις η μέθη =
Φοβερό ελάττωμα για τους ανθρώπους η μέθη
Τα συμπόσια των αρχαίων Ελλήνων είχαν γίνει θεσμός ,απόκτησαν κανονισμούς και εθιμοτυπία για να μπορούν οι άνθρωποι να χαίρονται το γεύμα , το ποτό , τη συζήτηση . Σ`αυτά γεννήθηκε η λυρική ποίηση . Ο Αλκαίος μεγάλος λυρικός ποιητής , μας παροτρύνει να μη φυτέψουμε κανένα άλλο δέντρο παρά μόνον αμπέλι.
Μηδ` εν άλλο φυτεύσης πρότερον δένδρεον αμπέλω
Σε άλλο συμποτικό άσμα , απόσπασμα 346 ,περιγράφει το τελετουργικό της οινο-
ποσίας και μας προτρέπει να πιούμε.
Ας πίνουμε λοιπόν. Τι περιμένουμε να ανάψουν τα λυχνάρια ; Να τόσο
δα , ένα δάκτυλο ημέρας έχει απομείνει .Φέρε μας , φίλε μου ,τις μεγά-
λες κύλικες ,τις ξομπλιαστές . Για να ξεχνούν τις συμφορές χάρισε τον
οίνο στους ανθρώπους ο γιος της Σεμέλης και του Δία .Κέρνα λοιπόν
ένα προς δύο . Ξέχειλα τα ποτήρια ,και η μια κύλικα την άλλη να ωθεί .
Στο απόσπασμα 367 μας παροτρύνει να πιούμε κρασί την άνοιξη όταν το κρασί ήταν πολύ καλά ψημένο :
Την άνοιξη την ανθισμένη
που έρχεται κατάλαβα ,
όσο μπορείτε πιο γοργά
νερώστε μου κρατήρα απ` το κρασί
γλυκό που `ναι σα μέλι.
Ο Ξενοφάνης στο έργο του « Προς συμποσιαστάς » περιγράφει μια σκηνή συμποσίου στο οποίο υπάρχει άφθονο κρασί φαγητό, τραγούδι.
Τώρα το δάπεδο ,τα χέρια όλων και οι κύλικες, τα πάντα είναι καθαρά .
Ο ένας βάζει στα κεφάλια μας πλεκτά στεφάνια , ο άλλος μας προσφέρει
σε απλόχωρη φιάλη μύρα . Στέκει ο κρατήρας ξέχειλος από οινωπή χαρά .
Και άλλο κρασί ετοιμασμένο « ποτέ δε θα σας λείψω » βεβαιώνει, γλυκύ ποτό
μέσα σε πήλινα δοχεία και μοσχομυρίζει άνθη .Από το κέντρο αφήνει το λιβάνι
την εξαγνιστήριά του ευωδιά .Ψυχρό , γλυκύ και καθαρό είναι το νερό .Πλάι
μας βρίσκονται ροδοκοκκινισμένα ψωμιά και πλούσια στρωμένο τραπέζι ,
βαριά φορτωμένο με παχύρρευστο μέλι και λιπαρό τυρί .Στη μέση ο βωμός
ολόκληρος με άνθη σκεπασμένος .Αχολογά το αρχοντικό από το χορό και το
τραγούδι .Πρέπει πρώτα απ` όλα καλόγνωμοι να υμνούμε το θεό με αφηγή-
σεις επαινετικές και στοχασμούς ανεπίληπτους. Ας κάνουμε σπονδές και
ας ευχηθούμε στο χέρι μας να είναι η πραγμάτωση του δίκιου ( – αυτό είναι
το σωστότερο απ` όλα ). Όχι απρέπειες .Να πίνεις , αλλά να μπορείς σπίτι
πιωμένος να γυρνάς χωρίς να σε υποβαστάζει υπηρέτης , αν βέβαια δεν είσαι
πολύ γέρος πια .Να επαινείς τον πότη που μιλά για πράγματα ευγενή – την
αρετή πρέπει να θυμόμαστε και να υμνούμε .
Ο Όμηρος επίσης στην Οδύσσεια περιγράφει πολλές σκηνές οινοποσίας:
ραψ. α ,124 σμίγουν σε κρατήρες με νερό κρασί
ραψ. α ,161 και κάθε τόσο ο κήρυκας περνούσε , γεμίζοντας κρασί τα
κύπελλά τους
ραψ. α ,166 έφηβοι τους κρατήρες με πιοτό ξεχείλιζαν
ραψ.γ , 45 τους κέρασε κρασί με τη μαλαματένια κούπα
Το κρασί ήταν απαραίτητο σε όλες τις στιγμές του ανθρώπου , ακόμη και στον πόλεμο .Στην Ιλιάδα ο Όμηρος παρουσιάζει τον Νέστορα να παρακινεί τον Αγαμέμνονα να καλέσει στη σκηνή του τους αρχηγούς , να τους κεράσει άφθονο κρασί και να ακούσει τις συμβουλές τους μήπως τον βοηθήσουν να βγάλει το ελληνικό στράτευμα από τη δύσκολη θέση .
ραψ.Ι ,70-74 Εις δείπνον συ τους γέροντες προσκάλεσε σου πρέπει
είναι οι σκηνές σου από κρασιά γεμάτες , που απ` την Θράκην
σου φέρουν καθημερινώς των Αχαιών τα πλοία ,
και όλα σου υπάρχουν τα καλά δια να φιλοξενήσεις .
Όπου πολλοί θα συναχθούν , πολλές θ` ακούσεις γνώμες
συ δέξου την καλύτερην και ανάγκην έχομ` όλοι
γνώμης ορθής , γνώμης σοφής οι εχθροί μας κάνουν τόσα
πυρά σιμά στα πλοία μας να το χαρεί ποιος είναι ;
Ο Όμηρος επίσης στην Οδύσσεια αναφέρει πόσο απαραίτητο θεωρούσαν οι άνθρωποι τότε να έχουν στα κελάρια τους καλό κρασί.
ραψ.β , 354-360.Είπαν ,κι αυτός κατέβηκε στη γονικιά αποθήκη,
πλατιά κι αψηλοσκέπαστη, που `χε σωρό χρυσάφι
και στα σεντούκια ρουχικά και μυρωδάτο λάδι.
Κι είχε χαλκό, και στη σειρά στον τοίχο ακουμπισμένα ,
πιθάρια με παλιό κρασί γλυκόπιοτο γεμάτα,
ανέρωτο ,θεϊκό πιοτό, για το σοφό Δυσσέα,
όταν με βάσανα πολλά στο σπίτι του γυρίσει.
Αλλά και ο Τηλέμαχος όταν ετοιμάζεται να φύγει για την Πύλο και τη Σπάρτη καλό κρασί παίρνει μαζί του.
ραψ.β, 365-376. Έλα στις στάμνες , βάγια μου, γλυκό κρασί να βάλεις,
απ` όλα το πιο νόστιμο που κρύβεις, καρτερώντας
τον άμοιρο πατέρα μου, καμιά φορά όταν έρθει,
αν απ` το θάνατο σωθεί κι απ` τη βαριά του μοίρα.
Δώδεκα στάμνες γέμισε και βούλωσέ τις όλες .
………………………………………………….
Θα τρέξω στην αμμόστρωτη την Πύλο και στη Σπάρτη,
κάπου για του πατέρα μου το γυρισμό να μάθω.
Κάθε σπίτι είχε τα αμπέλια του για να παράγει καλό κρασί .Οι Φαίακες ανάμεσα στα υπόλοιπα δένδρα είχαν και εξαιρετικά κλήματα .
ραψ.η,125-131.Μετά απ` τα αχλάδια ,αχλάδια ανθούν ,μετά απ τα μήλα, μήλα,
σύκο στο σύκο γίνεται, σταφύλι στο σταφύλι.
είχε κι ένα πολύκαρπο αμπέλι φυτεμένο.
Άλλες του λιάστρες ξήραινε σε γη στρωμένη ο ήλιος
κι άλλα σταφύλια που τρυγούν κι άλλα πατούν ξοπίσω.
Βγάζουν την αγουρίδα εμπρός, που τον ανθό της ρίχνει,
κι άλλων γυαλίζει η ράγα τους.
Βλέπουμε ,λοιπόν, από αυτή τη μικρή αναφορά σε ένα μέρος μόνο της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας μας, ότι το κρασί έπαιζε πολύ σπουδαίο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων .Η καθημερινή ζωή τους ήταν αναπόσπαστα δεμένη με αυτό.
Έδιναν μεγάλη σημασία στο καλό κρασί και γι` αυτό το λόγο φρόντιζαν να υπάρχει πάντοτε στο σπίτι τους άφθονη ποσότητα για τους ίδιους ,αλλά και για τα συμπόσιά τους τα οποία άλλωστε ήταν μια από τις αγαπημένες τους συνήθειες. Η έρευνα αυτή περιορίστηκε στα σχολικά κείμενα .